Γιατί μόνο οι Γερμανοί θα μπορούσαν να πέσουν σε μια τέτοια παγίδα; Ο Βίλχελμ Φουκτ, ένας μικροαπατεώνας που έζησε στους δρόμους, καταδίκασε το σύστημα με μια απίθανη απάτη. Η ιστορία του ξετυλίγεται γύρω από το σχέδιο του να ντυθεί ως αξιωματικός και να ληστέψει ένα δημαρχείο, χρησιμοποιώντας απλώς διαταγές.

Το 1906, ο Φουκτ, αφού υπηρέτησε και ως τσαγκάρης, αποφάσισε να επιστρέψει στο παλιό του επάγγελμα της παραβατικότητας. Σκέφτηκε ένα σχέδιο, που φαινόταν ιδανικό για τη γερμανική νοοτροπία της υπακοής και της πειθαρχίας. Υποδυόμενος τον Πρώσο λοχαγό, μπήκε στο δημαρχείο της μικρής πόλης Kopenick και ζήτησε με ύφος και επιβολή να του παραδώσουν χρήματα, επικαλούμενος εντολές της «ανώτατης αρχής».

Ο τρόπος που ο Φουκτ κατάφερε να πείσει τους ανυποψίαστους υπαλλήλους ήταν αξιοθαύμαστος: χωρίς να ζητήσουν αποδείξεις ή να αμφισβητήσουν την εξουσία του, οι υπάλληλοι του δήμου του παρέδωσαν 4.000 μάρκα, ποσό υπέρογκο για την εποχή. Μάλιστα, έφυγε αφήνοντας πίσω του στρατιώτες να «φρουρούν» το δημαρχείο μέχρι να έρθει η αστυνομία.

Ωστόσο, η επιτυχία του Φουκτ δε διαρκούσε για πολύ. Συνελήφθη στις 26 Οκτωβρίου του 1906, καθώς ένας συγγενής του, που ήξερε τα σχέδιά του, προδώσε σε αντάλλαγμα για αμοιβή. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης. Παρά την καταδίκη του, η κοινωνία τον θεωρούσε ήρωα που έβαλε σε δοκιμασία τους θεσμούς. Ο κάιζερ Γουλιέλμος Β’, που φημολογείται ότι διασκέδασε με την ιστορία, του απένειμε χάρη δύο χρόνια αργότερα.

Μετά την αποφυλάκισή του, ο Φουκτ εκμεταλλεύτηκε τη φήμη του και ασχολήθηκε με το θέατρο, ενώ υπέγραψε αυτόγραφα και έγραψε βιβλία. Αν και τελικά εξέπεσε οικονομικά από την ύφεση μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ιστορία του έγινε θρύλος. Σήμερα, το ορειχάλκινο άγαλμα του Λοχαγού του Kopenick κοσμεί την είσοδο του δημαρχείου της πόλης, θυμίζοντας σε όλους την εξυπνάδα αυτού του γνήσιου απατεώνα.

Όπως συνήθιζε να λέει στη μητέρα του, “Μάνα, κάποια μέρα θα μου στήσουν άγαλμα.” Πηγή: ethnos.gr